Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ανθοπώλης

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

ο (Α ἀνθοπώλης) (θηλ. ἀνθόπωλις και ἀνθοπῶλις, η)
αυτός που πουλά λουλούδια, έμπορος ή μεταπράτης λουλουδιών.