Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ανθρακοβριθής
Greek Monolingual
(-ούς), -ές αυτός που έχει πολλούς άνθρακες, που είναιγεμάτος άνθρακες. [ΕΤΥΜΟΛ. Νεώτ. λόγια σύνθετη λ. <άνθος+ -βριθής<βρίθω (πρβλ. ανεμοβριθής, ανθοβριθής)].