αρκτικόλεξο
From LSJ
Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt
Greek Monolingual
το
βραχυγραφία η οποία σχηματίζεται από τα αρχικά γράμματα —συχνά και από συνοδευτικά τους με τα οποία αυτά απαρτίζουν συλλαβή— των λέξεων πλήρων επωνυμιών, οργανισμών, εταιρειών, πολιτικών κομμάτων κ.ά., π.χ. ΟΗΕ (= Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών), ΟΤΕ (=Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος), ΠΑΣΟΚ (= Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα).
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρκτικός + λέξη].