αρχιλογιστής

From LSJ

ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων → what a word has escaped the barrier of your teeth

Source

Greek Monolingual

ο
ο προϊστάμενος των λογιστών ενός οικονομικού οργανισμού ή μιας επιχείρησης.