βίῃφι

From LSJ

Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft

Menander, Monostichoi, 381

Greek Monotonic

βίῃφι: Επικ. αντί βίῃ, Ιων. δοτ. της λ. βία.