βαρύαυλος

From LSJ

ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland

Source

Greek Monolingual

ο
ξύλινο πνευστό όργανο με διπλό γλωσσίδι, φαγκότο.