πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
και βριξιά, ηυβριστικός λόγος.[ΕΤΥΜΟΛ. βρισιά < μσν. υβρισία < ύβρισα, αόρ. του υβρίζωβριξιά < έβριξα, διαλεκτικός τύπος αορίστου του βρίζω.