γονιμοποιώ

From LSJ

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source

Greek Monolingual

(-έω)
κάνω κάτι γόνιμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γονιμοποιός. Η λ. μαρτυρείται στον Θ. Μανούση].