Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

γραΐδιο

From LSJ

Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher

Menander, Monostichoi, 250

Greek Monolingual

το (AM γραΐδιον, Α και γρᾴδιον) γραΐς
1. γριούλα, μικροσκοπική γριά
2. πονηρή γριά, παλιόγρια.