γυναικοτραφής
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
German (Pape)
[Seite 511] ές, von Weibern ernährt, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
γῠναικοτραφής: -ές, ὑπὸ γυναικῶν τραφείς, Ἰω. Χρυσόστ. 3, 460.
Spanish (DGE)
-ές
criado entre mujeres del troyano Dolón que tenía cinco hermanas, Sch.Er.Il.10.317
•criado por mujeres o por un aya como sinón. de afeminado υἱὲ κορασίων αὐτομολούντων γυναικοτραφές Chrys.M.61.278
•malcriado, mimado Hsch.s.u. τηθαλλαδοῦς.
Greek Monolingual
γυναικοτραφής, -ές (Α)
αυτός που ανατράφηκε από γυναίκες.