Ψυχῆς ἐπιμέλου τῆς σεαυτοῦ καθὰ δύνῃ → Animae tuae tu curam gere pro viribus → Um deine Seele mühe dich mit aller Kraft
v. δήπουθεν.
δήπουθε και δήπουθεν (αοριστολ. επίρρ. όμοιο κατά πολύ προς το δήπου, ιδιαίτερα προ φωνήεντος) (Α)
βεβαίως, ασφαλώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήπου + (επιρρ. κατάλ.) -θε(ν)].