Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
το
1. εξώστης πάνω στο μεγάλο επιστύλιο τών ιστιοφόρων πλοίων
2. γυμναστικό όργανο με δύο κατακόρυφους στύλους και δύο οριζόντιες δοκούς.