ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together
-η, -οαυτός που φυτρώνει πυκνά πυκνά, σαν τα δέντρα του δάσους («κοκκινίζουν δασοφυτρωμένες παπαρούνες τα φέσια», Καρκαβίτσας).