δενδροηλιόμορφος

From LSJ

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek Monolingual

δενδροηλιόμορφος, -ον (Μ)
(για κόρη) που έχει μορφή δένδρου και ήλιου, που είναι όμορφη σαν δένδρο και σαν ήλιος.