δεντρομολόχα

From LSJ

ψυχῶν σοφῶν φροντιστήριονthought-shop of wise souls

Source

Greek Monolingual

η
1. περιληπτική ονομασία τών φυτών αλθαία η ροδανθής, αλθαία η φαρμακευτική, λαβατερία η δενδρώδης και λαβατερία η κρητική
2. «δενδρομολόχα η άγρια» — το φυτό φλόμος ή θάψος.