feel with the fingers, scratch, Hsch.
sent. dud., quizá frotar prob. en sent. erót. Com.Adesp.317.
διαψᾰθάλλω: ψαύω διὰ τῶν δακτύλων, ψηλαφῶ, ξέω, Ἡσύχ.
διαψαθάλλω και διαψαλάσσομαι και -ττομαι (Α)κατά τον Ησύχιο1. αγγίζω με τα δάχτυλα2. διαφθείρω.