διεζευγμένος
From LSJ
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
Greek Monolingual
-η, -ο (AM διεζευγμένος, -η, -ον) διαζευγνύω
χωρισμένος (από τον ή τη σύζυγο).
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
-η, -ο (AM διεζευγμένος, -η, -ον) διαζευγνύω
χωρισμένος (από τον ή τη σύζυγο).