εκφωνητής

From LSJ

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source

Greek Monolingual

ο (θηλ. εκφωνήτρια)
1. αυτός που κάνει την εκφώνηση
2. ειδικός υπάλληλος της ραδιοφωνίας ή της τηλεόρασης που κάνει τις εκφωνήσεις.