ἀλλ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο· χέσαιτο γάρ, εἰ μαχέσαιτο → fighting is what she can't do, for if she should fight she would shit
ηβοτ. μονοετές φυτό με ελαιώδη σπέρματα της οικογένειας τών σταυρανθών, κν. ράπιτσα.