ενδοσκόπιο

From LSJ

τὸ θέλημά σου τὸ ἀγαθὸν καὶ τέλειον, πάτερ → your good and perfect will, Father

Source

Greek Monolingual

το
ιατρικό όργανο που χρησιμεύει για εξέταση του εσωτερικού κοιλοτήτων του σώματος οι οποίες έχουν στενό στόμιο.