εξηντάρης

From LSJ

ὅρκους γυναικὸς εἰς ὕδωρ γράφω → the oaths of a woman I inscribe on water, I write a woman's oaths in water

Source

Greek Monolingual

ο (θηλ. εξηντάρα) εξήντα
ηλικίας εξήντα ετών.