επιστέγαση

From LSJ

οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death

Source

Greek Monolingual

η
1. κάλυψη με στέγη
2. η ολοκλήρωση έργου ή προσφοράς με σημαντική τελική πράξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιστεγάζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Παλιγγενεσία].