εὕρετρον
From LSJ
Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
German (Pape)
[Seite 1092] τό, das Finderlohn, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
εὕρετρον: τό, ἀμοιβὴ τῆς εὑρέσεως ἀπολεσθέντος πράγματος, ὡς τὸ μήνυτρον, Γρηγόρ. Θαυματουργ. 1045C, κλ.