Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ηλιοσκόπος

From LSJ

Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν → Res pulchra et iram et cupiditatem vincere → Den Zorn zu bändigen und die Begier ist schön

Menander, Monostichoi, 254

Greek Monolingual

ἡλιοσκόπος, ὁ (Α)
είδος φυτού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο- + -σκόπος (< σκέπτομαι «παρατηρώ»), πρβλ. οιωνοσκόπος, χειροσκόπος].