λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγεῖραι δυνατὸς ὁ Θεός → in the belief that God was able to raise him up from the dead
ἡμιμεθής, -ές (Α)σχεδόν μεθυσμένος, μισομεθυσμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + μέθη.