ημιπύροφις

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source

Greek Monolingual

-όφεως, η
είδος παλαιού επιμήκους πυροβόλου που έβαλλε σφαιρικά βλήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + πύροφις «πυροβόλο όπλο»].