Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron
ἰθυδρόμος, -ον (Α)ευθυδρόμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰθύς (Ι) + -δρομος (< δρόμος), πρβλ. ημεροδρόμος, πελαγοδρόμος.