ἄλλος Ἡρακλῆς, ἄλλος αὐτός → close friendship, close friend, another Hercules—another self, another Heracles—another self
ἰκριῶ, -όω (Α) ίκριον1. κατασκευάζω ικρίωμα2. εφοδιάζω με ξύλινα έδρανα.