ιππόταυρος
From LSJ
Ἡ φύσις ἑκάστῳ τοῦ γένους ἐστὶν πατρίς → Natura generi cuique tamquam patria est → Die Heimat seiner Art ist jedem die Natur
Greek Monolingual
ἱππόταυρος, ὁ (Α)
αυτός που αποτελείται από ίππο και ταύρο («ἱππόταυρος ξυνωρίς» — άμαξα στην οποία έχουν ζέψει ίππο και ταύρο, Ηλιόδ.).