κάπνιον

From LSJ

Νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν → Bene iudicare maius est silentio → Klar denken ist ja besser und verschwiegen sein

Menander, Monostichoi, 370

Greek Monolingual

κάπνιον, τὸ (Μ) καπνός
είδος ελαιώδους ρητίνης των δένδρων.