καγκέλλον

From LSJ

λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored

Source

Greek Monolingual

καγκέλλον, τὸ (Μ)
(ιδίως στα Ιόνια νησιά) συμβολαιογραφείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη ξεν. προελεύσεως].