καλαμαριά

From LSJ

παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο → spare me this | let this cup pass from me

Source

Greek Monolingual

η καλαμάρι
επιτραπέζιο σκεύος, δίσκος, που χρησίμευε ως βάση για ένα ή περισσότερα μελανοδοχεία.