πρᾶγμα ἐλπίδος κρεῖσσον γεγενημένον → the thing worse than one expected
-η, -ο (Μ καλλιότερος, -α, -ον)1. καλύτερος2. ωραιότερος.[ΕΤΥΜΟΛ. Συγκριτικός βαθμός του κάλλιος].