καταμειδιώ

From LSJ

Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst

Menander, Monostichoi, 186

Greek Monolingual

καταμειδιῶ, -άω (Α)
μειδιώ εις βάρος κάποιου, καταφρονώ κάποιον.