κατούρημα

From LSJ

Ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος ἐτίμησεν... → The Council and the People honored... (inscription in the Roman city of Aizonai)

Source

Greek Monolingual

το κατουρώ
1. αποβολή ούρων, ούρηση
2. τα ούρα.