Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
και κομιτεία, η
1. η εδαφική περιφέρεια του κόμη ή ο τίτλος και το αξίωμά του
2. (στην Αγγλία, στις ΗΠΑ κ.ά.) διοικητική διαίρεση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόμης, -ητος. Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στο Λεξικόν γαλλοελληνικόν και ελληνογαλλικόν του Σκαρλάτου Βυζάντιου].