κοσμογυρισμένος

From LSJ

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
1. αυτός που έχει ταξιδέψει σε πολλά μέρη
2. μτφ. πολύ έμπειρος.