κουίντα
From LSJ
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
Greek Monolingual
η
καθένα από τα επάλληλα πλάγια πλαίσια της σκηνής του θεάτρου που κρύβουν από τους θεατές τη θέα προς τα παρασκήνια.
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
η
καθένα από τα επάλληλα πλάγια πλαίσια της σκηνής του θεάτρου που κρύβουν από τους θεατές τη θέα προς τα παρασκήνια.