Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κρανιομαντικός

From LSJ

Ῥᾳθυμίας περίφευγε (γὰρ φεῦγε) καὶ κακοὺς φίλους → Malos amicos et levitatem omnem fuge → Die schlechten Freunde meide und Vergnügungssucht

Menander, Monostichoi, 467

Greek Monolingual

-ή, -ό κρανιομαντεία
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κρανιομαντεία.