λαμπρόμορφος

From LSJ

Μεστὸν κακῶν πέφυκε φορτίον γυνή → Mulier malorum plena semper sarcina est → Die Frau ist eine Last, mit Leiden vollgepackt

Menander, Monostichoi, 334

Greek Monolingual

λαμπρόμορφος, -η, -ον (Μ)
αυτός που έχει λαμπρή, εξαίσια, μορφή.