Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
η
1. (βιοχ.) η αλβουμίνη
2. φυσιολ. μικρομοριακή πρωτεΐνη του ορού του αίματος, ευδιάλυτη στο απεσταγμένο νερό και σε διαλύματα χλωριούχου νατρίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. αλβουμίνη].