εὐάγωγόν ἐστι πᾶς ἀνὴρ ἐρῶν → every man in love is compliant
το (Α λιμένιον) λιμήν1. μικρό λιμάνι, λιμανάκι2. (κατ' επέκτ.) κάθε λιμάνι.