Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Γηράσκω δ᾽ αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος → I grow old always learning many things
-ή, -ο (Μ λουλουδάτος, -η, -ον) λουλούδι(κυρίως για υφάσματα) στολισμένος με σχήματα λουλουδιών.