οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me
λυκόπαρδος, ὁ (Μ)ο λυκοπάνθηρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < λύκος + πάρδος (πρβλ. λεόπαρδος)].