Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
και λουβιάζω (Μ λωβιάζω) λώβαπροσβάλλομαι ή πάσχω από λέπρα.