ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος → an ungrateful man should not be considered a friend
λόγχα spear πελεμιζόμενοι ὑπ' ἀλεξιμβρότῳ λόγχᾳ i. e. spearsmanship (N. 8.30) χαλκέας λόγχας ἀκμᾷ (N. 10.60) ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163.
λόγχα: ἡ дор. = λόγχη.