ἔγνω δὲ φώρ τε φῶρα καὶ λύκος λύκον → the thief knows the thief and the wolf knows the wolf, and thief knows thief and wolf his fellow wolf, set a thief to catch a thief
το
1. διόπτρα
2. συν. στον πληθ. τα ματογυάλια
ζευγάρι φακών τα οποία προσαρμόζονται με κατάλληλο τρόπο μπρος στα μάτια γι' αυτούς που έχουν ελαττωματική όραση ή για όσους θέλουν να προστατευθούν από τον ήλιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀμματοϋάλια].