τὴν οἴησιν ἔλεγε προκοπῆς ἐγκοπήν → he used to say, Opinion forming is the stoppage of progress
pf. de μαίνομαι, v. μαίνω.
μεμάνημαι: [ᾰ], παρακ. του μαίνομαι.
μεμάνημαι: pf. med. к μαίνω.