μεταλλοχρωμία

Greek Monolingual

η
τεχνολ. μέθοδος για τη βαφή της επιφάνειας τών μετάλλων, η οποία στηριζόταν κυρίως στην επιφανειακή οξείδωση και η οποία έχει σήμερα σχεδόν καταργηθεί και έχει αντικατασταθεί, σε αρκετές περιπτώσεις, από την ανοδίωση.