μεταμάζιον

From LSJ

ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death

Source

Russian (Dvoretsky)

μεταμάζιον: τό пространство между сосками, т. е. грудь Anacr.